start off

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας start off
γ΄ ενικό ενεστώτα starts off
αόριστος started off
παθητική μετοχή started off
ενεργητική μετοχή starting off

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
start off < → δείτε τις λέξεις start και off

start off (en)