mot de passe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /mo d(ə) pas/
- ⓘ
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]mot de passe (fr) αρσενικό (πληθυντικός mots de passe)